Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Πέτρα ταμένη στο υγρό στοιχείο
Πιο πέρα απ' τα νησιά
Πιο χαμηλά απ' το κύμα
Γειτονιά στις άγκυρες
Όταν περνάν καρίνες σκίζοντας με πάθος
Ένα καινούριο εμπόδιο και το νικάνε.
Πέτρα ταμένη στο υγρό στοιχείο
Πιο πέρα απ' τα νησιά
Πιο χαμηλά απ' το κύμα
Γειτονιά στις άγκυρες
Όταν περνάν καρίνες σκίζοντας με πάθος
Ένα καινούριο εμπόδιο και το νικάνε.
« Οδ. Ελύτης »
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι
ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
« Ν. Καββαδίας
»
ΘΑΛΑΣΣΑ θάλασσα
στὸ νοῦ στὴν ψυχὴ καὶ στὶς φλέβες
μας θάλασσα.
Εἴδαμε τὰ πλοῖα νὰ φέρνουν τὶς μυθικὲς χῶρες
ἐδῶ στὴν ξανθὴ ἀμμουδιὰ
ὅπου ἀργοποροῦν οἱ βραδινοὶ ὁδοιπόροι.
Ντύσαμε τὶς παιδικὲς ἀγάπες μας
μὲ νωπὰ φύκια.
Προσφέραμε στοὺς θεοὺς τῆς ἀκρογιαλιᾶς
ὄστρακα στιλπνὰ καὶ βότσαλα.
Χρώματα πρωϊνὰ διαλυμένα στὸ νερὸ
πυρκαϊὲς δειλινῶν στοὺς ὤμους τῶν γλάρων
κατάρτια ποὺ δείχνουν τὸ ἄπειρο
ἀνοιχτὰ κατώφλια στὸ βῆμα τῆς νύχτας
καὶ πάνω ἀπ’ τὸν ὕπνο τῆς πέτρας
μετέωρο κατάφωτο ἀσίγαστο
τὸ τραγούδι τῆς θάλασσας
νὰ μπαίνει ἀπ’ τὰ μικρὰ παράθυρα
νὰ σχεδιάζει κήπους λάμψεις καὶ ὄνειρα
στὰ νωπὰ τζάμια καὶ στὰ
κοιμισμένα μέτωπα.
« Γιάννης Ρίτσος »
Γύρω από το νησί είν' η Θάλασσα- πόση Θάλασσα!
ξεχειλίζει κάθε τόσο
λέει ναι, λέει όχι, πάλι όχι, όχι
σε μπλε, σε αφρό, σε κύμα
λέει όχι, πάλι όχι
αδύνατο να μείνει ήρεμη
«με λένε Θάλασσα», λέει και ξαναλέει
χτυπώντας έναν βράχο που δεν πείθει
κι έπειτα μ' εφτά πράσινες γλώσσες
μ’ εφτά πράσινες τίγρεις
μ’ εφτά πράσινα τέρατα
μ’ εφτά πράσινες θάλασσες
τον χτυπάει τον φιλάει τον καταβρέχει
πάνω στο στήθος του χορεύει κι όλο λέει
τ’ όνομά της.
« Π. Νερούντα »
Τώρα θὰ κοιτάζεις μία θάλασσα
Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία.
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία.
Θὰ κοιτάζεις μία ἔρημη
θάλασσα.
Τὸ βλέμμα σου δὲν παραλλάζει
ἀπὸ πλαγιὰ ποὺ γλυκὰ
καὶ μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μὲς στὴν ἀπομάκρυνση.
Τὸ βλέμμα σου δὲν παραλλάζει
ἀπὸ πλαγιὰ ποὺ γλυκὰ
καὶ μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μὲς στὴν ἀπομάκρυνση.
Ἀναπνέεις μὲ τὸ στέρνο τῶν μακρινῶν ἠρεμιῶν,
ποὺ ἔχω γι᾿ αὐτὲς διαβάσει
στοὺς πολύτομους κόπους ποὺ ἔδεσα.
Σ᾿ ἕνα ἀβαθῆ σου στεναγμὸ βούλιαξε ἕνα βαπόρι.
Δὲν θὰ ἤτανε βαπόρι. Θὰ ἤτανε σκιάχτρο
στὰ ὑγρὰ περβόλια τῆς φυγῆς
νὰ μὴν πηγαίνουν οἱ διαθέσεις
νὰ τὴν τσιμπολογᾶνε.
“ Κ. Δημουλά »
Ὅποιος φέρνει τὴ θάλασσα στὴν ἀγκαλιά του
Εἶναι σὰ νὰ μὴν ὑποφέρει ἀπὸ βάρος
Εἶναι σὰ νὰ μὴ ντρέπεται ποὺ πηγαίνει μὲ τὸν ἀγέρα
Εἶναι σὰ νὰ κρατάει ὁλάκερη τὴ γῆ μέσα στὸ βλέμμα
Εἶναι σὰ νὰ μὴν ὑποφέρει ἀπὸ βάρος
Εἶναι σὰ νὰ μὴ ντρέπεται ποὺ πηγαίνει μὲ τὸν ἀγέρα
Εἶναι σὰ νὰ κρατάει ὁλάκερη τὴ γῆ μέσα στὸ βλέμμα
« Γ. Σαραντάρης »
Το πνεύμα μου, σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα,
λύνεται απόψε στο άπειρο χωρίς να βρίσκει αναπαμό.
Τις ζώνες γύρω του έσπασε και ανατινάζεται θερμό
το πνεύμα μου σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα.
λύνεται απόψε στο άπειρο χωρίς να βρίσκει αναπαμό.
Τις ζώνες γύρω του έσπασε και ανατινάζεται θερμό
το πνεύμα μου σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα.
« Ν. Βρεττάκος »
Φέρτε μου τη θάλασσα, να τη προσκυνήσω
Φέρτε μου τον ήλιο της, να προσευχηθώ
Έθρεψα τα σπλάχνα σου, κύμα πελαγίσο
με χιλιάδες μνήματα μέσα στο βυθό.
Φέρτε μου τη θάλασσα, να τη τραγουδήσω
Φέρτε μου τον ήλιο της, για να ζεσταθώ
Οι νεκρές αγάπες μου δεν θα ‘ρθούνε πίσω
Βάλτε με στον κόρφο της ν’ αποκοιμηθώ
Φέρτε μου τη θάλασσα, να τη προσκυνήσω
Φέρτε μου τον ήλιο της, να προσευχηθώ
« Ν. Γκάτσος »